Στις 13 Μαίου του 2005 η Κρατική Ορχήστρα
Θεσσαλονίκης υπό τη διεύθυνση του Μύρωνα
Μιχαηλίδη, στα πλαίσια των Ελληνικών Μουσικών
Εορτών 6 έως τις 14 Μαίου που διοργάνωσε η ΚΟΑ με
πρωτοβουλία του καλλιτεχνικού της διευθυντή
Βύρωνα Φιδετζή
παρουσίασε
με εξαιρετική επιτυχία στο Μέγαρο Μουσικής
Αθηνών για πρώτη φορά επίσημα στην μεταπολεμική
Ελλάδα σε μορφή μιας επίσημης συναυλίας
την επική συμφωνία του Λώρη
Μαργαρίτη ΟΔΥΣΣΕΥΣ και ΝΑΥΣΙΚΑ.
Η παρουσίαση του έργου αυτού του Λώρη
Μαργαρίτη αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις μέρες
μας. Μεταφέρει το μήνυμα της συμφιλίωσης και του
διαλόγου με την ελληνική φύση, σε μία εποχή που
η φύση αμύνεται από την απειλή μιας
Η επική
συμφωνία παρουσιάσθηκε με καθυστέρηση
περίπου 65 ετών στην ίδια της την πατρίδα αν και
στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα έργο το
οποίο είχε βρεί μεγάλη απήχηση στα μεγάλα
ευρωπαϊκά μουσικά κέντρα την εποχή του 1930 και
είχε χαρακτηριστεί ως ένα από τα
αντιπροσωπευτικότερα έργα ελληνικής μουσικής. γενικευμένης οικολογικής καταστροφής. Μόνο ο Ανδρέας Παρίδης (και ο Μιλτιάδης Καρύδης) είχαν φροντίσει να γίνει μία ηχογράφηση με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ στα πλαίσια μίας σειράς ηχογραφήσεων που είχε ως σκοπό τη διατήρηση σημαντικών έργων Ελλήνων Συνθετών στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Κατάφερε έτσι να μην σβηστεί τελείως η συμφωνική φωνή του Λώρη Μαργαρίτη. Ο Λώρης Μαργαρίτης αν και από τα πιο δραστήρια μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου Μουσικής ΔΑΣΜ μαζί με τον Μανώλη Καλομοίρη, τον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον Πέτρο Πετρίδη και τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη παραμένει ακόμα και σήμερα ένας από τους λιγότερο γνωστούς έλληνες μουσουργούς. H
Θεσσαλονίκη ήταν κύριος τόπος της δράσης του
(απο το1920 έως 1942).
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης μαζί με τον A. Καζαντζή, τον Αιμίλιο Ριάδη αλλά και της ΣΟΘ. Η επική συμφωνία του Μαργαρίτη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μουσικά έργα της προπολεμικής Ελλάδας. Mετέφερε στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό κόσμο με μία φυσική μυσταγωγία το ειρηνικό μήνυμα της ελληνικής βουκολικής ποιητικότητας, εξορκίζοντας τις πολεμικές κραυγές και τις μεγαλοστομίες. Η Ευρώπη μόλις προσπαθούσε να ανασάνει από την περίοδο των αναστατώσεων του 1895-1920. Η πρώτη εκτέλεση του έργου είχε γίνει το 1931 με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βιέννης κάτω από την διεύθυνση του επιφανούς αρχιμουσικού Ούγκο Ράϊχενμπεργκερ, ενός μαέστρου και συνθέτη που συνεργάστηκε και συνδέθηκε με την ιστορία της όπερας της Βιέννης. Με ισχυρή ρομαντική διάθεση ο Μαργαρίτης, ως παιδί θαύμα, διέπρεψε στις αρχές της δεκαετίας του 1910. Αργότερα ως μουσικοπαιδαγωγός στην Ακαδημία Μότσαρτ του Σάλτσμπουργκ και στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης άνοιξε δρόμους και συνδέθηκε με συναισθηματικούς δεσμούς με τους ανθρώπους και την πόλη. Γοήτευσε μεγάλους καλλιτέχνες και προσωπικότητες με την ανθρώπινη παρουσία του και την φυσική μαγεία των ήχων του. Ισχυρά ρομαντικός ο Μαργαρίτης από τους μοναδικούς Έλληνες εξοπλισμένος με αυθεντική ελληνογερμανική ρομαντική παιδεία και βαθύς γνώστης των ρευμάτων της εποχής του εξέφραζε την αγωνία της Ελλάδας να ανακαλύψει ένα νέο μουσικό πρόσωπο στην ιδανική ένωση κλασικού, ρομαντικού και σύγχρονου πνεύματος. H μουσική γλώσσα στο
έργο αυτό βασισμένη στον λύδιο τρόπο
διασχηματίζεται σε πολλές πτυχές διαφορετικών
επιπέδων πολύτροπων ηχητικών
γεγονότων προσπαθώντας
να γεφυρώσει την χωροχρονική διαφορά με τον
ηρωϊκό Οδυσσέα.
Συμβολικοί συνδυασμοί ηχοχρωμάτων διανθίζουν την εξιστόρηση κατευθυνόμενοι μέσα απο την ισχυρή θέληση ενός διαχρονικού αιτήματος για επαναγεφύρωση.
Η εκτέλεση της επικής συμφωνίας του Λώρη Μαργαρίτη από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης αποτελεί σημαντικότατο γεγονός έπειτα από πολλά χρόνια απάρνησης της ελληνικής βουκολικής ηχητικής μνήμης. Έρχεται να σηματοδοτήσει και πάλι την ανάγκη για επισήμανση του ελληνικού βουκολικού τραγουδιού ως σημείου αναφοράς μιας φύσης που είναι ακόμα ζωντανή και οργανική, που όμως κακοποιείται και καταστρέφεται με βία κυρίως από τη μονόπλευρη ανθρώπινη ορθολογική ματαιοδοξία. Ο Μαργαρίτης δεν ακολούθησε τον εύκολο δρόμο της καταδίκης της ποιητικής μυθολογικής ενόρασης. Προσπαθούσε να ανακαλύψει τους εσωτερικούς παλμούς των λέξεων. Η ώριμη συνθετική περίοδός του αφιερώνεται, κατά κύριο λόγο, στην παραγωγή μουσικής μέσα από μια ποιητική διαισθητικότητα και έναν ιδιότυπο ψυχολογισμό που ερευνά τη νοσταλγική ενθύμηση.
Ο Λώρης Μαργαρίτης τραγουδά την Ελλάδα με
διαφορετική μουσική γλώσσα και προσανατολισμό
απ’ ό,τι ο Νίκος Σκαλκώτας.
Kατά περίεργο όμως τρόπο, φεύγουν και οι δύο
πολύ νωρίς από τη ζωή «πικραμένοι και
θαμπωμένοι από το ίδιο το ελληνικό όραμα»,
όπως χαρακτηριστικά διατύπωσε ο Μάριος
Βάρβογλης.
Το πλήρες αναλυτικότερο
κείμενο μπορείτε να το αναζητήσετε στο
πρόγραμμα του πρώτου κύκλου των Ελληνικών
Μουσικών Εορτών της ΚΟΑ που εκδόθηκε τον
Μάϊο του 2005.
ΕΔΩ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ Ο ΛΩΡΗΣ ΚΑΙ Η ΙΝΤΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ ΤΟ 1948 ΕΡΜΗΝΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΧΟΡΟ ΓΙΑ ΔΥΟ ΠΙΑΝΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΚΑΛΚΩΤΑ |